[DISPLAY_ULTIMATE_SOCIAL_ICONS]
[masterslider id=”52″]
Προ ημερών καταγράφηκε μία ακόμα απώλεια συμπατριώτισσας λόγω κορωνοϊού. Το θλιβερό
άγγελμα ήλθε τηλεφωνικά, τούτη τη φορά από τον Καναδά. Η καμπάνα του Αγίου Μάρκου
Βροντάδου το γνωστοποίησε στους περιοίκους του Ιερού Ναού, μιάς και το φτωχικό σπιτάκι της
θανούσας βρίσκεται λίγες δεκάδες μέτρα δυτικά αυτού.
Ο λόγος για το “Μαράκι του Μπουγιούκα” όπως τη γνωρίζαμε και την αποκαλούσαμε όλοι και
ας μην ήταν καμιά “μικρούλα”. Μαρία σύζυγος Ευστρατίου Γαβριήλ, το γένος Ευστρατίου
Λυμπεροπούλου, ήταν τα καταχωρημένα επίσημα στοιχεία της. Μπουγιούκα ήταν το πατρικό
επώνυμο της μητέρας της Μαρουκώς και, κάπως έτσι, σχεδόν όλοι, την είχαμε “βαφτίσει” “Μαράκι
Μπουγιούκα”!
[masterslider id=”48″]
Το “Μαράκι”, μιά μικροκαμωμένη, αεικίνητη, ζωηρή, καλαμπουριτζού (έως και αθυρόστομη)
γυναίκα, είδε το φως της ζωής πριν 103 χρόνια, ήτοι το 1917.
Παντρεύτηκε (από έρωτα προφανώς) εν μέσω Γερμανικής Κατοχής, τον εκ Μυτιλήνης
χωροφύλακα Ευστράτιο Γαβριήλ (εμείς τον γνωρίζαμε με τη Λεσβιακή διάλεκτο ως “Στρατέλι”).
Το Σώμα της τότε Χωροφυλακής, που δεν επέτρεπε γάμο χωρίς τη δική του γνώση και έγκριση,
απέλυσε τον Στρατή, ο οποίος, για να ζήσει την οικογένεια (που γρήγορα άρχισε να μεγαλώνει),
έκανε αρχικά τον ναυτικό, περιστασιακά τον γεωργό, για να καταλήξει πλανόδιος ψαράς γυρνώντας
τις γειτονιές με το γαϊδουράκι του.
Το πρώτο παιδί, ο Γιώργος (Γιωργέλι), ήλθε στον κόσμο το 1942, για να ακολουθήσουν, το 1945
ο Δημήτρης (Δημητρέλι) και το 1949 ο Μάρκος (Μαρκέλι). Χρόνια μίζερα, δύσκολα, φτωχικά. Οι
γονείς και τα τρία αγόρια έπρεπε να ¨χωρέσουν” σ' ένα σπιτάκι “μια σταλιά”.
΄Ομως τα κατάφεραν. Τα παιδιά, όπως όλα σχεδόν τα Βρονταδουσάκια εκείνης της εποχής,
τράβηξαν για τη θάλασσα. Για καπετάνιος ο μεγάλος, μάγειρας ο δεύτερος, λαδάς ο τρίτος. Όμως
φαίνεται ότι η θάλασσα δεν τους “γοήτευσε”.
Πρώτος ο Γιώργης “την κοπάνησε” στον Καναδά όπου βρισκόταν εγκατεστημένος ο αδελφός της
μητέρας του, ο θείος τους Λυμπέρης Λυμπερόπουλος. Τον ακολούθησε ο μικρός, ο Μάρκος, για να
κλείσει τον κύκλο της αποδημίας ο Δημήτρης.. Στο μεταξύ, ο πατέρας είχε πεθάνει. Το “Μαράκι”
είχε μείνει πλέον μόνη, να περιμένει νέα από τα παιδιά και τα εγγόνια, που είχαν έλθει στον κόσμο
από τα παντρεμένα πιά αγόρια της.
[masterslider id=”28″]
Πέντε (5) εγγονοί και δύο (2) εγγονές, πίεζαν, μαζί και οι τρεις γιοί και οι νύφες, ώστε το Μαράκι
να κλείσει το σπίτι στον Άγιο Μάρκο και να βρεθεί κοντά τους.
΄Ομως “το Μαράκι του Μπουγιούκα” δύσκολα θα έπαιρνε μιά τέτοια απόφαση και ας χρειαζόταν
να κάνει κάθε τόσο μόνη της την “ένεση” της “σουλίνας” όπως η ίδια είχε βαφτίσει την ινσουλίνη.
Βλέπετε ήταν διαβητική αν και αδύνατη, αεικίνητη και “έξω καρδιά”. ΄Ισως γι' αυτό κράτησε τόσο
πολύ.
΄Ομως, “το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον”. Τελικά “το Μαράκι” το 1990, έγινε “Καναδέζα”!!
Της έλειπαν βέβαια οι καλές παρέες της γειτονιάς (είχε πάντα και με όλους εγκάρδιες σχέσεις)
όπως και οι άνθρωποι του “δεύτερου σπιτιού” της, δηλαδή της οικογένειας της αείμνηστης
Ευαγγελίας Χούλη (Δέσποινα Βλυσίδου και Αντώνης Χούλης, οι σύζυγοι και τα παιδιά τους).
Ο καημός της ξενητειάς γιατρευόταν από την άμεση πιά επαφή με τα τρία παιδιά και τις γυναίκες
τους, τα επτά (7) εγγόνια και τα δεκατέσσερα (14) δισέγγονα.
Επίσης “γιατρικό” ήταν για κείνην η τακτική επίσκεψη στην πατρώα γη που, για τελευταία φορά,
έγινε πριν δώδεκα (12) χρόνια.
[masterslider id=”8″]
[masterslider id=”12″]
Το “Μαράκι”, με πλήρη διαύγεια και παρά τις προβλέψεις ότι θα τη “γονάτιζε” κάποια στιγμή ο
διαβήτης, γιόρτασε το 2017 τα εκατό της χρόνια σε έναν πολυτελή Οίκο Ευγηρίας περιστοιχιζόμενη
από την οικογένειά της, μέλη της οποίας την επισκεπτόταν τακτικώτατα. ΄Οχι όμως και τούτους
τους τελευταίους μήνες. Το Μαράκι άρχισε να ανησυχεί:
-Βρε γιατρέ οι δικοί μου με ξεχάσανε. Γιατί άραγε δεν έρχεται κανείς να με δει;
Ο γιατρός του Ιδρύματος της εξήγησε παραστατικά και πειστικά ότι, αυτό γίνεται για το δικό της
καλό και για το καλό των λοιπών υπερηλίκων. Ήδη, κάποιοι απ΄αυτούς, (περίπου εβδομήντα) είχαν
“φύγει” κτυπημένοι από τον δολοφονικό κορωνοϊό. ΄Επρεπε λοιπόν να προστατευθούν οι
υπόλοιποι.
Το “Μαράκι του Μπουγιούκα” τελικά, βαδίζοντας για τα 103 χρόνια της, νικήθηκε από τον ιό.
Σίγουρα, ο τρόπος που έφυγε, (όπως και άλλες εκατοντάδες χιλιάδες ανά τον κόσμο), δεν ήταν ο
καλύτερος. Δηλαδή χωρίς κάποιους δικούς της ανθρώπους δίπλα της. ΄Ηταν κι αυτό “γραφτό της
τύχης της”.
Οι δικοί της άνθρωποι, όση λύπη και αν νοιώθουν, ας έχουν πάντα κατά νου ότι, έπραξαν το
καθήκον τους στο ακέραιο. Να είναι πάντα καλά να την μνημονεύουν. Ας πάρουν τα χρόνια της και
την υγεία της.
΄Οσο γι' αυτούς που, εδώ, στον Βροντάδο, τη γνώρισαν και την έζησαν, ήδη μνημονεύουν το
όνομά της. Στη μνήμη της, ας μου επιτραπεί να αφιερώσω ένα δικό της δίστιχο όπως το θυμούνται
στην οικογένεια Αντώνη και Νίτσας Χούλη.
“ Άφησα το σπιτάκι μου, την όμορφη αυλή μου,
και ήλθα εις τον Καναδά ν΄αφήσω το κορμί μου”.
Ας είναι ΑΙΩΝΙΑ η μνήμη της.
Νεκρολογία
ΤΟ “ΜΑΡΑΚΙ” ΤΟΥ ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΑ “ΕΦΥΓΕ” ΑΠΟ ΚΟΡΩΝΟΪΟ
του Αριστείδη Ζαννίκου