Σεβασμιώτατε,
Χριστεπώνυμο πλήρωμα,
Χριστός Ανέστη!
Όταν έφτασε η είδηση της Ελληνικής Επανάστασης στην Ευρώπη τα πάντα μαρτυρούσαν μια γενική δυσφορία στις ευρωπαϊκές απολυταρχίες. Είχαν περάσει μόλις έξι χρόνια από το Συνέδριο της Βιέννης και η Ιερά Συμμαχία είχε επιτυχώς καταστείλει κάθε επαναστατικό κίνημα που στάθηκε απέναντι στο νέο πολιτικό σκηνικό της Γηραιάς Ηπείρου. Οι παλινορθωμένες μοναρχίες τάσσονταν εχθρικά απέναντι σε κάθε φιλελεύθερη φωνή, από φόβο μην τυχόν διασαλευτεί η καθεστηκυία τάξη και η ισορροπία.
O Ιωάννης Καποδίστριας αγωνίζεται να πείσει τους ισχυρούς της Ευρώπης για την ιδιαιτερότητα της ελληνικής εξέγερσης. Στη ρωσική διακοίνωση που επιδόθηκε στην Υψηλή Πύλη τον Ιούλιο του 1821 και που ανακοινώθηκε στις συμμαχικές αυλές, τόνιζε ότι δεν επρόκειτο για στασιαστική εξέγερση υποκινημένη από τους «διεθνείς ανατροπείς», αλλά για αγώνα ανεξαρτησίας ενός έθνους καταδυναστευομένου από βάρβαρο δυνάστη[1]. Καταφέρνει να αποτρέψει την επέμβαση των δυνάμεων, που είχαν καταστείλει μέχρι τότε κάθε επαναστατικό κίνημα. Ο ελληνικός Αγώνας ξεκινά, χωρίς καμία βοήθεια από τους ισχυρούς της Ευρώπης.
Από τον Απρίλη όμως του 1822 το σκηνικό αυτό έμελε να αλλάξει. Τα νέα των Σφαγών της Χίου κυκλοφορούν στις εφημερίδες της εποχής και προκαλούν δέος και αποτροπιασμό στους λαούς της Ευρώπης. Σε πολιτικό επίπεδο, οι μέχρι πρότινος εχθρικές ευρωπαϊκές δυνάμεις υιοθετούν προοδευτικά μια πιο προσεκτική στάση απέναντι στο ελληνικό ζήτημα. Η Ρωσική και Αγγλική διπλωματία παίρνει-για τους δικούς της βέβαια λόγους η κάθε μία, αποστάσεις από την επίσημη πολιτική της Ιερής Συμμαχίας απέναντι στον απελευθερωτικό Αγώνα των Ελλήνων.
Παρόλα αυτά ο αυστριακός καγκελάριος Μέττερνιχ, παραμένει σταθερά εχθρικός προς τους Έλληνες. Θα σπεύσει να υπερασπιστεί πρώτος τις φρικαλεότητες του 1822, υπεραμυνόμενος της Τουρκικής πλευράς υποστηρίζοντας ότι «οι ενέργειες από ελληνικής πλευράς είναι έξω από το πλαίσιο του πολιτισμού[2]».
Η αντίδραση όμως του γαλλικού λαού απέναντι στα γεγονότα του 1822 στην Ελλάδα ήταν πολύ πιο έντονη. Οι φιλελεύθεροι και δημοκράτες υποστήριξαν την Ελληνική Επανάσταση ως μια μορφή αντίδρασης στο καθεστώς που είχε επιβληθεί στη χώρα. Οι σφαγές της Χίου συνέβαλαν αδιαμφισβήτητα στη δημιουργία ενός πρώιμου κινήματος φιλελληνισμού εκεί.
Η απροσμέτρητη θηριωδία των σφαγών, με τις χιλιάδες ψυχές που οδηγήθηκαν στο θάνατο, αλλά και αυτούς που πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, συγκλονίζει τους καλλιτεχνικούς κύκλους της Γαλλίας. Η τακτική «της άνευ οίκτου τιμωρίας αθώων και ενόχων»[3] του Σουλτάνου αποσκοπούσε στο να καταστήσει τη Χίο παράδειγμα προς αποφυγή για περαιτέρω εξεγέρσεις. Έφερε όμως στο ευρωπαϊκό προσκήνιο το θέμα του φρικτού θανάτου άμαχου πληθυσμού. Στα μάτια της Γαλλίας του Ρομαντισμού, τα αθώα θύματα του Αγώνα ενάντια στην καταπίεση ενός ξένου δυνάστη, αποθεώνονται ως σύμβολα συλλογικού ηρωισμού.

Ας γυρίσουμε όμως τον χρόνο πίσω σε εκείνο το αιματοβαμμένο Πάσχα του 1822 σε τούτο τον τόπο που σήμερα βρισκόμαστε. Εδώ που σήμερα γιορτάζει η άνοιξη και η λευτεριά, το βράδυ εκείνου του Μ. Σαββάτου κραυγές απελπισίας έσκιζαν τον αέρα, καμένες σάρκες, αίμα και θρήνος απλώθηκαν παντού. Στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά βρήκαν τραγικό θάνατο χιλιάδες ψυχές που προσέφυγαν για να βρουν καταφύγιο από τις ορδές των Τούρκων. Απ’ άκρη άκρη στο νησί απλώνεται ένα πέπλο θανάτου. Ανάβατος, Νέα Μονή… η θάλασσα στο Μελανιός θα κοκκινίσει από το αίμα. Στην πλατεία της Χίου, ο Μητροπολίτης Πλάτωνας απαγχονίζεται και εισέρχεται στην ατελείωτη χορεία των ιερομαρτύρων της πίστης μας.
Η Χίος το όμορφο νησί… μαύρη απομένει ξέρα…
Την οπτικοποίηση της καταστροφής του 1822 την οφείλουμε πρωτίστως στον Ευγένιο Ντελακρουά. Ο περίφημος πίνακας του «Σκηνή από τη Σφαγή στη Χίο», παρουσιάζεται σε σαλόν το 1824, όταν πλέον τα γεγονότα των Σφαγών της Χίου ήταν γνωστά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πίνακας μπροστά από τον οποίο πέρασε ο καλλιτεχνικός και πνευματικός κόσμος της Γαλλίας και όχι μόνο, διέδωσε- με αφορμή τα τοπικά τραγικά ιστορικά γεγονότα, των Αγώνα των Ελλήνων σε όλη τη Γαλλία πρωτίστως και σε όλη την Ευρώπη στη συνέχεια. Από αυτό το σημείο και έπειτα ο αντίκτυπος των Σφαγών της Χίου του 1822, θα αποτελέσει τη βασική θεματική μιας πλούσιας καλλιτεχνικής παραγωγής. Και είναι πράγματι συγκινητικό, πως η τραγωδία τούτου του μικρού νησιού καταφέρνει και εμπνέει τον καλλιτεχνικό κόσμο μέχρι τις μέρες μας, σε πείσμα των δύσκολων καιρών που διανύουμε, με τη λήθη να αποτελεί τον πιο επικίνδυνο αντίπαλό μας.
Στο τρίτομο έργο τους οι Bernstein & Milza σημειώνουν για την εποχή μετά τις Σφαγές: «Συγγραφείς, διπλωμάτες, στρατιωτικοί ρίχνονται στον αγώνα, πολλαπλασιάζοντας τις μαρτυρίες και τις εκκλήσεις υπέρ των Ελλήνων».
Αναφορικά με τη σφαγή της Χίου ο φιλέλληνας γάλλος λογοτέχνης και προστάτης των απανταχού κατατρεγμένων και καταπιεσμένων[4], Βίκτωρ Ουγκώ, θα γράψει το γνωστό ποίημα «Το Ελληνόπουλο», το οποίο και θα συμπεριλάβει στην ποιητική συλλογή του με τίτλο: Τα Ανατολικά. (Αργότερα θα γράψει και το ποίημα Κανάρης: προς τον Έλληνα Πατριώτη,ως απάντηση στην ύβρη που διαπράχθηκε με τα γεγονότα του Απριλίου στη Χίο το 1822). Πηγές αναφέρουν:
Με την έκδοση των Ανατολικών, που πραγματοποιείται τον Ιανουάριο του 1829, ο Ουγκώ συμμετέχει στην ποιητική εκστρατεία της φιλελληνικής ποίησης με συνθέσεις ποιητικής αξίας που επισφραγίζουν την πλούσια παραγωγή φιλελληνικών στίχων, ωδών, τραγουδιών, διθυράμβων, συμμετοχών σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς όχι μόνο εκ μέρους των μεγάλων γάλλων ποιητών αλλά και ελασσόνων, ακόμη και ανωνύμων πολιτών που στρατεύονται για τον αγώνα των Ελλήνων[5].
Στην ίδια ποιητική συλλογή ο Βίκτωρ Ουγκώ αναφωνεί: Στην Ελλάδα! Στην Ελλάδα! Πάμε ποιητή πρέπει να φύγουμε…
Σταδιακά το κίνημα του φιλελληνισμού θα διαδοθεί σε ολόκληρη την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Ο Γερμανός ιστορικός Mendelssohn Bartoldy θα αναφέρει επιγραμματικά:
«Ο φιλελληνισμός είχε γίνει μία δύναμη. Ισοπέδωσε τις μέγιστες πολιτικές αντιθέσεις και ένωσε τα εχθρικά πολιτικά κόμματα σ’ ένα κοινό ενθουσιασμό….[…] «παντού ονειρευόταν τη ματοβαμμένη ορφανή του ευρωπαϊκού πολιτισμού», έγραφε αναφερόμενος στην Ελλάδα[6].
Ακόμα κι όσοι «είχαν την τύχη να παραληφθούν από τα πλοία και να σωθούν»[7] θα αποτελέσουν πηγή καλλιτεχνικής συμπαράστασης στην τραγωδία που βίωσε το νησί μας. Το τρομαγμένο και κυνηγημένο αυτό πλήθος, αποτελεί και τη βασική θεματική των έργων του ιταλού ζωγράφου Leonardo Cavagnin. Τα κεντρικά πρόσωπά τους- γυναίκες και παιδιά, ιερείς, ηλικιωμένοι και τραυματίες, σηκώνοντας το Σταυρό του δικού τους Γολγοθά, αναζητούν σωτηρία στα περαστικά πλοία και τις βάρκες.

Από τα πιο γνωστά έργα επίσης του βρετανού ζωγράφου Thomas Barker, γνωστού και ως Barker του Bath, αποτελεί η τοιχογραφία του που αναπαριστά την «Επιδρομή των Τούρκων επί της νήσου Χίου τον Απρίλιο του 1822». Η μεγάλη αυτή τοιχογραφία φιλοτεχνείται πριν το 1847, στον τοίχο της κατοικίας του στο Sion Hill, του Bath, πόλη στα Βορειοδυτικά της Αγγλίας.
Η Τέχνη όμως θα συνεχίσει να εμπνέεται από τη θυσία των Χιωτών κατά τις Σφαγές της Χίου, να συμπαρίσταται και να διαδίδει την ιστορική αλήθεια τον δικό της τρόπο και στους αιώνες που ακολουθούν.
Στα 1977, ο παλαιστινιακής καταγωγής Μαέστρος Γιουσέφ Κάσο συνθέτει τη Χιακή Ραψωδία. Αποτελείται από 2 συμφωνίες τη συμφωνία «Στη Χίο» και την συμφωνία «Χίος Ελευθέρα». Tο τρίτο μέρος της Συμφωνίας «Στη Χίο» είναι εμπνευσμένο από τον απόηχο των σφαγών της Χίου, αλλά και την μετέπειτα φυγή των Χιωτών με πλοιάρια από το νησί σε αναζήτηση ενός ασφαλέστερου καταφύγιου.
Στο μεταίχμιο του 21ου αιώνα, ο Νορβηγός καλλιτέχνης Μπέρτελ Κρίστιεσεν φιλοτεχνεί τέσσερα έργα και αντλεί τη θεματική του από τη θυσία των γυναικών του Αναβάτου κατά τη διάρκεια των Σφαγών της Χίου του 1822. Είναι το πιο σύγχρονο έργο ευρωπαίου καλλιτέχνη με αναφορά στις Σφαγές της Χίου. Σε παγκόσμιο επίπεδο αξίζει να αναφερθεί ότι υπάρχει και το έργο του κινέζου ζωγράφου Γιουέ Μιντζούν με τίτλο «η Σφαγή της Χίου».
Με αρωγό την Τέχνη οι σφαγές της Χίου είναι πια παγκόσμια γνωστές, ένα κοινό κτήμα Μνήμης μα και θαυμασμού του πολύπαθου νησιού μας, του οποίου η μεγαλοσύνη μετρήθηκε με αίμα.
Σεβασμιώτατε
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί
Σε τούτον τον μαρτυρικό τόπο, ποτέ δεν είμαστε μόνοι. Στη Θεία Λειτουργία ο Ιερός Ναός γεμίζει με τις ψυχές εκείνων που περιμένουν την ώρα της προσκομιδής τις δικές μας προσευχές υπέρ της αιωνίου αναπαύσεως τους. Και συνάσσονται μπροστά εκεί κατά την Ωραία Πύλη, όχι πια αλαφιασμένοι του θανάτου, αλλά μετέχοντες της αιωνίου ζωής. Όχι πια ένδεοι, άναυδοι, μικροί μπροστά στο του θανάτου φοβερό μυστήριο, αλλά λουσμένοι στο φως το ιλαρόν, το της αιωνίου δόξης. Και από τα οστεοφυλάκια της Φυλής μας απαντούν… το Αληθώς Ανέστη.
Χριστός Ανέστη!
Σημείωση 1 : Αντίγραφα από τους πίνακες του Leonardo Cavagnin βρίσκονται στη Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη της Χίου «Κοραής», καθώς και αντίγραφο της τοιχογραφίας του Thomas Barker.
Σημείωση 2: Ο Νορβηγός καλλιτέχνης Μπέρτελ Κρίστιεσεν έχει δωρίσει τους 4 πίνακες του με τις γυναίκες του Αναβάτου στη Δημοτική Πινακοθήκη Χίου.
Σημείωση 3: Η Χιακή Ραψωδία είναι ένα συμφωνικό έργο η ιδέα του οποίου ανήκει στον Παντελή Λορέντζο Αργέντη.
Γεωργία Χούλη, Εκπαιδευτικός Α/θμιας Εκπαίδευσης Χίου
Πτυχιούχος Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Α.Π.Θ
Πτυχιούχος Σπουδών στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό του Ε.Α.Π.
[1] Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία από τις πηγές, Γ’ Λυκείου.
[2] Berstein & Milza
[3] Κων / νου Φραγκομίχαλου, Οι σφαγές της Χίου.
[4] Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, ΕΑΠ.
[5] Φρειδερίκη Ταμπάκη-Ιωνά, από τον δικτυακό τόπο http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=146130
[6] Ιστορία Νεότερη και Σύγχρονη (1789-1909).
[7] Φραγκομίχαλος, Κωνσταντίνος, Οι σφαγές της Χίου.