Από την Ατεκνία στη Χαρά της Θείας Χάρης
Η ιστορία της Αγίας Άννας και του δικαίου Ιωακείμ αποτελεί παράδειγμα πίστης, υπομονής και απόλυτης εμπιστοσύνης στο θέλημα του Θεού. Μέσα από τη δοκιμασία της ατεκνίας και τις κοινωνικές δυσκολίες που αυτή επέφερε, η καρδιά τους παρέμεινε ταπεινή και αφοσιωμένη. Η θερμή Προσευχή τους και η αφοσίωση στο Θείο Σχέδιο οδήγησαν στη γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, δείχνοντας πώς η πίστη και η θυσία μεταμορφώνουν τη θλίψη σε χαρά και χαρίζουν ευλογία σε όλη την ανθρωπότητα.
Εκείνη λοιπόν τη νύχτα, συνέλαβε η Αγία Άννα τη Δέσποινα Θεοτόκο από τη σπορά του Ιωακείμ, γιατί μόνο ο Χριστός, γεννήθηκε χωρίς σπορά ανδρός.
Η Αγία Άννα μαζί με το σύζυγό της Ιωακείμ, έφτασαν ως τις μέρες μας να θεωρούνται από όλους τους χριστιανούς ως «οι προστάτες των άτεκνων ζευγαριών» και έτσι να προσφεύγουν με πίστη και αγάπη στον ναό μας, τον μοναδικό Ενοριακό Ιερό Ναό που υπάρχει αφιερωμένο στην μνήμη τους και δικαίως να ζητούν από αυτούς να μεσιτεύσουν στον Εγγονό τους Χριστό, για να λύσει τα δεσμά της ατεκνίας τους.
Στη ζωή της Άγιας Άννας υπήρχε και ένα μελαγχολικό σύννεφο. Υπήρχε μια πίκρα διότι έμεινε στείρα. Ο Θεός, είχε δώσει στην ενάρετη ζωή της, για δοκιμασία, την στέρηση της μητρότητας.
Τον καιρό, δε, εκείνο, η ατεκνία είχε φοβερές κοινωνικές συνέπειες. Ο άτεκνος εθεωρείτο περιφρονημένος και ντροπιασμένος από τον Θεό και τους ανθρώπους.
Κανένας δεν έτρωγε ψωμί μ’ αυτόν που δεν είχε παιδί. Όταν πήγαινε στην Εκκλησία καθόταν τελευταίος. Και αν έδινε λειτουργία, συνηθιζόταν να την δίνει τελευταίος στον Ιερέα.
Ζητάει, λοιπόν, η Αγία Άννα να επιβλέψει ο Θεός στην ταπείνωση της και να της δώσει παιδί. Ζητάει ένα παιδί θειο δώρο, που θα τους απάλλασσε από την ντροπή της ατεκνίας. Και αυτό δεν το θέλει δικό της. Υπόσχεται και λέει: «Θα το αφιερώσω Κύριε σε Σένα».
Ο Θεός που αγαπάει το πλάσμα Του, είδε τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς τους, απάντησε στις θερμές προσευχές τους.
Και πως έγινε αυτό; Έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που ήταν στο βουνό και του λέγει:
«Χαίρε Ιωακείμ, και ευφραίνου, εγώ είμαι Αρχάγγελος Κυρίου και ήλθα να σου πώ, ότι πρόκειται να γεννήσεις μία θυγατέρα, που θα γεννήσει από την παρθενία της τον Βασιλιά του κόσμου και Θεό.
Άφησε λοιπόν την πολλή σου λύπη και πικρία της ψυχής σου και πήγαινε στο σπίτι σου χαρούμενος.
Φτάνουν οι τόσο πολλοί κόποι και αναστεναγμοί. Άκουσε ο Θεός τη δέησή σου. Μόνο πήγαινε, πιστεύοντας στους λόγους μου και δόξαζε το Θεό.»
Ακούγοντας αυτά ο Ιωακείμ πήγε αμέσως στην Άννα και της είπε τα:«Άννα, , επήκουσε Κύριος της δεήσεώς σου και συλλήψει και γεννήσεις, και λαληθήσεται το σπέρμα σου εν όλη τη οικουμένη».
Και είπεν Άννα, «ζή Κύριος ο Θεός μου, εάν γεννήσω είτε άρρεν, είτε θήλυ, προσάξω αυτό δώρον Κυρίω τώ Θεώ μου και έσται λειτουργών αυτώ πάσας τας ημέρας της ζωής αυτού».
Εκείνη λοιπόν τη νύχτα, συνέλαβε η άγια Άννα τη Δέσποινα Θεοτόκο από τη σπορά του Ιωακείμ, γιατί μόνο ο Χριστός, γεννήθηκε χωρίς σπορά ανδρός.
Ακολούθησαν ευτυχείς ημέρες απερίγραπτης χαράς για τους ευσεβείς Ιωακείμ και Άννα. Μετά τη γέννα, στις οχτώ μέρες, ήταν συνήθεια στους Εβραίους, οι γονείς του παιδιού να καλούν τους ιερείς, να τους φιλεύουν και να βάζουν το όνομα του παιδιού.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τη συνήθεια αυτή, ο Άγιος Ιωακείμ και η Αγία Άννα καλέσανε τους ιερείς, τους φιλέψανε και ονομάσανε Μαριάμ.
Το όνομα Μαριάμ σημαίνει Βασίλισσα. Σημαίνει επίσης, δώρο, ελπίδα, κυρία, Ωραία. Ήταν η πιο άγια γυναίκα, Άφθαρτη και Αμόλυντη και γι’ αυτό λέγεται Παναγία.
Επί τρία ολόκληρα χρόνια χαρήκανε οι ευλαβείς γονείς την μικρή χαριτωμένη κόρη τους, έχοντάς την ανάμεσα τους και υμνολογώντας ευχαριστίες στο Θεό.
Μόλις περάσανε τα τρία χρόνια, θυμήθηκαν οι γονείς της αυτό που τάξανε στο Θεό. Να χαρίσουν δηλαδή τη θυγατέρα τους στην Εκκλησία.
Η Αγία Άννα για να τηρήσει την υπόσχεση της στο Θεό και να δώσει αυτό που έταξε, από τη διαδοχή του γένους της. Είπε λοιπόν: “Μόνο να γίνει αυτό που έταξα στο Θεό και ας μείνω χωρίς κληρονόμο, και ας μείνουν τα υπάρχοντα μου σε χέρια άλλων”.




































































































