Σαν σήμερα, στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος
ΜΑΡΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Γ. ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ
Δρ. Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ (1776 – 1831)
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Ο ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ, Ο ΦΩΤΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΚΕΡΑΙΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ, Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.
ΤΙΜΗΤΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΑ 190 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΩΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.
ΑΘΗΝΑ 2023

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
Στις δύσκολες ημέρες που διέρχεται η πατρίδα μας και ολόκληρος ο κόσμος μια μορφή χαρισματική έρχεται να μαςεμπνεύσει με την αρετή του, την πίστη του στο Θεό, την ασκητική και θυσιαστική ζωή του, την αγνότητα των διαθέσεων και πράξεών του, την αυτοθυσία του. Το παρόν πόνημα εγράφη με αφορμή την 190η επέτειο της εκλογής του ως Κυβερνήτη της Ελλάδος, από την 3η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας Αργολίδαςστις 14 Απριλίου 1827, από τους 173 πληρεξουσίουςτων Ελλήνων.
Με καταγωγή αριστοκρατική ο Ιωάννης Καποδίστριας, με ευσέβεια και πίστη, γλωσσομάθεια, ευρυμάθεια, επιτυχή πολυετή διπλωματική σταδιοδρομία, βοήθησε την Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο. Η προσφορά του συνδυασμένη με τη χριστιανική του πίστη, μας επιτρέπει να του αποδώσουμε το χαρακτηρισμό, ως «Αγίου της πολιτικής». Χαρακτηριστικά τα λόγια του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου στα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Κυβερνήτη στην Κέρκυρα: «ήταν εξ εκείνων των πολιτικών, που σε κρίσιμες περιστάσεις ή σώζουν την πατρίδα ή πεθαίνουν.. Ο Καποδίστριας και έσωσε την πατρίδα του και δολοφονήθηκε…».
Το έργο που κληροδότησε στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο αξίζει να το μελετάμε με θρησκευτική ευλάβεια και να διδασκόμαστε. Στον Καποδίστρια προσιδιάζει ο στίχος: «φεύγουμε εμείς, το έργο μας για την πατρίδα μένει…»
Δικαίως στην επιτάφια πλάκα του, στην Κέρκυρα, αναγράφεται:ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ «Δεν ζει ο Άνθρωπος, ζει το έργο του».
Καθώς οι καιροί είναι χαλεποί και μαύρα σύννεφα πλανώνται στον ορίζοντα, η επετειακή αναφορά στον Ιωάννη Καποδίστρια, μιας από τις διαπρεπέστερες πολιτικές και διπλωματικές μορφές της Ευρώπης που κυριάρχησε στις αρχές του ΙΘ΄ αιώνα είναι αναγκαία και καθήκον ιερό.
Η προβολή της προσωπικότητάς του σίγουρα θα εμπνεύσει, θα παραδειγματίσει.
Η σύντομη αναφορά στη βιοεργογραφία του σίγουρα θα μας διδάξει και θα μας φρονηματίσει – αφού η ιστορική μνήμη είναι το ισχυρότερο αμυντήριό μας.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776 και ήταν το έκτο παιδί από τα εννέα παιδιά του Κόμη Αντωνομαρία, διαπρεπούς δικηγόρου, με ενεργό ανάμιξη στα πολιτικά δρώμενατης Κέρκυρας και της Διαμαντίνας εκ Κύπρου. Η οικογένειά του αριστοκρατική, καταγεγραμμένη στο Libro d’ oro της Κέρκυρας. Μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών έλαβε τα πρώτα του γράμματα στα σχολεία της Κέρκυρας, ενώ ταυτόχρονα είχε ορθόδοξη παιδεία, αφού καλλιεργήθηκε στην ορθόδοξη πίστη από το μοναχό Συμεών στην Ιερά Μονή Πλατυτέρας, όπου σύχναζε από τη νεαρή του ηλικία.
Μεγάλωσε σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον με έντονα θρησκευτική αγωγή και από τους δυο γονείς και είχε έντονη κλίση προς τη μελέτη της ορθόδοξης πίστης. Το 1794, έχοντας συμπληρώσει την παιδεία που μπορούσε να του προσφέρει η Κέρκυρα έφυγε για τη Βενετία για να σπουδάσει στο περίφημο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας Ιατρική, παρακολουθώντας συγχρόνως τις παραδόσεις καθηγητών της νομικής επιστήμης και έχοντας πάντα μια ιδιαίτερη κλίση προς τις φιλολογικές και φιλοσοφικές επιστήμες. Η πορεία των σπουδών του νεαρού Καποδίστρια ήταν λαμπρή αφού μετά από επιτυχείς εξετάσεις έλαβε το δίπλωμά του και το διδακτορικό του σε ηλικία μόλιςείκοσι ετών. Το 1797 επιστρέφει στην Κέρκυρα, σε ηλικία 21 ετών και αρχίζει να ασκεί το ιατρικό έργο αποσκοπώντας στο να διακονήσει την επιστήμη και να ανακουφίσει τον ανθρώπινο πόνο. Θεραπεύει δωρεάν τους πένητες χορηγώντας τους φάρμακα και ενισχύοντάς τους οικονομικά. Συγχρόνως αναπτύσσει σημαντική επιστημονική και φιλολογικήδραστηριότητα. Με δικές του πρωτοβουλίες ιδρύθηκαν στην Κέρκυρα η «Εταιρεία των Φίλων» καθώς επίσης ο «Εθνικός Ιατρικός Σύλλογος», με αξιόλογο έργο. Ας σημειωθεί ότι ο Καποδίστριας κατά τον χρόνο που σπούδαζε στην Ιταλία, ενώ βρέθηκε μέσα στη δίνη των υλιστικών ρευμάτων της Δύσης και την έξαρση του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού, δεν επηρεάστηκε διότι η προσωπικότητά του ήταν θεμελιωμένη πάνω στις ακατάλυτες πνευματικές αξίες. Μόνο σε ένα σημείο άφησε τον εαυτό του συνειδητά ελεύθερο να επηρεαστεί από τις νέες ιδέες. Μόνο σε ό,τι αφορούσε την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισοπολιτεία και ισονομία ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους.
Ο Σπ. Δε Βιάζης σημειώνει: «οι πάσχοντες πτωχοί τον εκάλουν παρήγορον ιατρόν, ευεργέτην, πατέραν».
Όταν το 1799 οι Ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν την Κέρκυρα και με τη συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως αναγνωρίστηκαν τα Επτάνησα ως αυτόνομο και ελεύθερο κράτος υπό την επικυριαρχία των Τούρκων και ιδρύθηκε η «Επτάνησος Πολιτεία» ο Ιωάννης Καποδίστριας τοποθετήθηκε από τις αρχές του νησιού στη θέση του αρχιάτρου του νέου στρατιωτικού νοσοκομείου. Κι όταν το 1800 ξέσπασε στην Κεφαλληνία η εξέγερση κατά των ευγενών ο ηγεμόνας της Κεφαλληνίας Σπυρίδων Θεοτόκης απέστειλε εκεί τον Ιωάννη Καποδίστρια μαζί με τον Νικόλαο Γραδενίγο Σιγούρο να ομαλοποιήσουν την κατάσταση. Κι η εκλεγμένη νέα Γερουσία την 1η Απριλίου 1803, διόρισε γραμματέα του νεοπαγούς κράτους τον Ιωάννη Καποδίστρια. Ανέλαβε τα καθήκοντα ως γραμματέας Επικρατείας της Επτανησιακής Πολιτείας. Η πορεία του Κυβερνήτη στον πολιτειακό χώρο θα είναι έκτοτε ανοδική. Θα διέλθει όλες τις κλίμακες της πολιτειακής ιεραρχίας για να καταλήξει στη θέση του Πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος. Σε κάθε θέση που του ανετίθετο φαινόταν οι έμφυτες ικανότητές του στη διοίκηση και στην αντιμετώπιση των πολιτικών προβλημάτων. Αυτό πρόσεξαν οι Ρώσοι και τον κάλεσαν στην Αγία Πετρούπολη το 1809 όταν στα Επτάνησα ηγεμόνευαν οι Γάλλοι. Εκεί άνοιξε ο δρόμος για την καταπληκτική του σταδιοδρομία χάρη στην ευφυΐα και στα προσόντα του. Οι επιτυχίες του στη ρωσική διπλωματία υπήρξαν λαμπρές.
Με τις τεκμηριωμένες εισηγήσεις του κατόρθωσε να επιλύσει τα δύσκολα προβλήματα των λαών της Βαλκανικής Χερσονήσου. Η υπηρεσία του στη συνέχεια στη Βιέννη, η ανάληψη εμπιστευτικής θέσης στο Βουκουρέστι και η προσωπική επαφή του Καποδίστρια με τον Τσάρο τον επέβαλαν ως ικανό και χαρισματικό διπλωμάτη.
Στις 15/27 Μαΐου 1808 ο επικεφαλής του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, κόμης Ρομαντζώφ, με μια θερμή επιστολή, η οποία περιείχε το παράσημο του Τάγματος της Αγίας Άννας, καλούσε τον Ιωάννη Καποδίστρια να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Ξεκίνησε λοιπόν ο Καποδίστριας στις 3 Αυγούστου 1808 για την Αγία Πετρούπολη και διορίστηκε Σύμβουλος της Επικρατείας στο τμήμα εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας. Τον Αύγουστο του 1811 ο Τσάρος, Αλέξανδρος Α΄,διόρισε τον Κερκυραίο διπλωμάτη ως Γραμματέα στην πρεσβεία της Βιέννης και λίγο αργότερα τοποθετήθηκε ως αρχηγός και διευθυντής της Γραμματείας του διπλωματικού τμήματος του ναυάρχου Τσιτσαγκώφ, με έδρα το Βουκουρέστι, όπου έφθασε στις 20 Μαΐου 1812.
Στη συνέχεια το 1814 ο Τσάρος επιφορτίζει τον Καποδίστρια με νέα αποστολή: την επίτευξη της ουδετερότητας και τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Ελβετίας, ώστε να μείνει αλώβητη από το γαλλικό δεσποτισμό. Ο Καποδίστριας βρήκε την Ελβετία κατακερματισμένη με τα ισχυρά καντόνια να θέλουν να επιβάλουν τις απόψεις τους σε όλα τα ζητήματα. Στο τέλος τον προσπαθειών του ο Καποδίστριας κατόρθωσε κάθε Καντόνι να έχει το δικό του Σύνταγμα, η πολιτική ειρήνη να έχει αποκατασταθεί μεταξύ των Καντονιών και η Ελβετία να έχει αναγνωρισθεί από τους Συμμάχους. Έχουν πλέον τεθεί οι βάσεις για το ομόσπονδο κράτος. Ο Καποδίστριας κατόρθωσε η Ελβετία να αναγνωρισθεί από τους Συμμάχους. Εκεί όπου ο Ναπολέων απέτυχε με τη βία, ο Καποδίστριας τα κατάφερε με το διάλογο, τη δύναμη της πειθούς και την επιμονή του. Έπεισε με την ιδιοφυία του τους συνομιλητές του, ότι η λύση που τουςπρότεινε ήταν για το συμφέρον τους. Τελειώνοντας την αποστολή του, γράφει στον πατέρα του, το Σεπτέμβριου του 1814 «Τα ζητήματα της Ελβετίας ολοκληρώθηκαν. Η βουλή επικύρωσε τελικά το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Ολοκληρώθηκε μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαπραγμάτευση, με ατελείωτες δυσκολίες και ταξίδια και γραπτά και δοκιμασίες και συντάγματα και σχέδια αλλά δεν πειράζει. Αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι με γέμισαν με στοργή και ειλικρινή εγκαρδιότητα. Η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν με αποζημίωσε σε μεγάλο βαθμό για όλες μου τις προσπάθειες. Αν στο μέλλον, θέλουν να είναι ευτυχισμένοι και να χαίρονται την ανεξαρτησία τους, εκτιμώ ότι δεν έχω χάσει ούτε το χρόνο, ούτε τον κόπο μου».
Ο Καποδίστριας στο Συνέδριο της Βιέννης ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας εισηγήθηκε το ελβετικό ζήτημα και την εγκαθίδρυση της διαρκούς ουδετερότητας της Ελβετίας. Μπορεί δικαίως να θεωρηθεί ο αρχιτέκτονας των «ουδέτερων ομοσπονδιών» στο ευρωπαϊκό σύστημα.
Στις 9 Ιουνίου 1815 υπογράφηκαν οι τελικές πράξεις χωρίς διευθέτηση του θέματος των Ιονίων νήσων. Το Μάιο του 1815 ο Ιωάννης Καποδίστριας αναχωρεί για τη Βιέννη ακολουθώντας τον Τσάρο στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά του Ναπολέοντα. Μετά την τελειωτική ήττα του Ναπολέοντα τον Ιούνιο του 1815 στο Βατερλό ο Ιωάννης Καποδίστριας συνόδευσε τον Τσάρο στο Παρίσι όπου διεξάγονταν οι συζητήσεις για το πολιτικό μέλλον της νικημένης Γαλλίας.
Στις συζητήσεις αυτές έλαμψε και πάλι το πολιτικό του άστρο. Με δικές του προσπάθειες η Γαλλία, αν και ηττημένη, έτυχε ήπιας μεταχείρισης και αποτράπηκε η ουσιαστική της διάλυση. Ο Τσάρος εκφράζοντας την ευαρέσκειά του προς τον Καποδίστρια για τις σπουδαίες υπηρεσίες που προσέφερε, τον διόρισε Γραμματέα της αυτοκρατορίας, δηλαδή Υπουργό Εξωτερικών. Οι υπηρεσίες του Καποδίστρια συνεχίζονται αμείωτα. Συνόδευσε τον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄, στην Aix laChapelle, στο συνέδριο των ηγεμόνων όπου κατέθεσε υπόμνημα,σχέδιο που αντιμετώπιζε ριζοσπαστικά το όνειδος της δουλεμπορίας των μαύρων. Μετά από απουσία δέκα μηνών ο Καποδίστριας έφθασε στην Αγία Πετρούπολη τον Οκτώβριο του 1819. Εκεί είχε επαφές με εκπροσώπους της Φιλικής Εταιρείας που του κόμιζαν επιστολές και τους βοηθούσε με τρόπον έμμεσο χωρίς να εκτίθεται. Από το Φθινόπωρο του 1820 μέχρι το τέλος της άνοιξης του 1821 ο Καποδίστριας συμμετέχει στα συνέδρια στις πόλεις Troppau και Ljubjana. Δυστυχώς η συνεργασία του με τον Τσάρο στα θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα χειροτέρεψε, γι’ αυτό ο Καποδίστριας ζήτησε να αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία. Αναχώρησε από την Πετρούπολη στις 19 Αυγούστου 1822 και στα τέλη του 1822 έφθασε στη Γενεύη. Από το 1815 μέχρι το 1822 που αποχώρησε από τη θέση τουΥπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας από την Πετρούπολη,αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις κατά των μηχανορραφιών του Μέττερνιχ και υπέρ των καταπιεζόμενων λαών, προσπαθώντας να παρασύρει τον Τσάρο σε κάποια συμπαράσταση για τον ετοιμαζόμενο μεγάλο Αγώνα, από τον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Τον Αύγουστο του 1822 έφυγε από τη Ρωσία και εγκαταστάθηκε στη Γενεύη, όπου θα περιμένει τη μεγάλη ώρα.
Αξίζει να υπογραμμίσουμε τη γενναία στάση του Καποδίστρια έναντι του Υπουργού Εξωτερικών της Αυστρίας από το 1809 έως το 1849, Μέτερνιχ. Ο Μέτερνιχ υπήρξε εχθρός των επαναστατικών κινημάτων που θα διατάρασσαν την «ευρωπαϊκήισορροπία». Αποκατέστησε την Αυστρία ως ηγετική ευρωπαϊκήδύναμη. Η αντιπαλότητα των δύο αντρών, Μέτερνιχ και Καποδίστρια είναι εμφανής από τον παρακάτω διάλογο. Στο συνέδριο της Βιέννης ο Καποδίστριας έθεσε ελληνικό ζήτημα. «Νομίζω» είπε, «πως χρέος των Μεγαλειοτάτων, είναι να λάβετε οποιαδήποτε πρόνοια δια το καταδυναστευόμενον ελληνικόν Έθνος παρά της Οθωμανικής εξουσίας, το οποίον υποφέρει τόσους αιώνας τον τυραννικόν οθωμανικόν ζυγόν και το οποίο διακινδυνεύει να πέσει εις την τελευταίαν εξόντωσιν και τον μηδενισμόν, όθεν δεν μου φαίνεται δίκαιον το να αδιαφορήσουν οι Βασιλείς». Ο Μέτερνιχ απάντησε στον Καποδίστρια με έντονο τρόπο: «Κύριε Κόμη! Η Ευρώπη δεν γνωρίζει Έλληνας, γνωρίζει την Οθωμανική Αυτοκρατορίαν υπό της οποίας την εξουσίαν είναι οι κατοικούντες σ’ αυτήν Έλληνες. Δια τούτο φαίνεται κύριε Κόμη, υποστήριξες τόσον και άφησες εκτός Συνδέσμου της Ιεράς Συμμαχίας, το απέραντον Οθωμανικόν Κράτος, αλλά δεν θα επιτύχεις τις ελπίδες σου περί τούτων».
Ο Καποδίστριας αρνείται θέσεις και αξιώματα για χάρη του συμφέροντος της πατρίδος του. Απευθυνόμενος με επιστολή του προς τον Πρέσβη της Ρωσίας στο Λονδίνο, Lieven, έγραψε εκτός των άλλων: «Είμαι αποφασισμένος να μην εγκαταλείψω την υπεράσπιση των συμφερόντων της πατρίδος μου. Καμιά θεώρηση των πραγμάτων, οποιαδήποτε κι αν είναι αυτή, δεν θα μπορούσε να με επηρεάσει, ώστε να αδιαφορήσω για τα καθήκοντα αυτά που επιβάλλει η τιμή μου. Τί νόημα και ποια χρησιμότητα θα είχε για μένα η υψηλή εύνοια που με τιμά ο Αυτοκράτορας, εάν δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω αυτή την εύνοια, για να βοηθήσω αυτούς τους ανθρώπους, τους συμπατριώτες μου, στους οποίους αποκλειστικά ανήκω με όλη την δύναμη της καρδιάς μου».
Ο βίος και η πολιτεία του Ιωάννη Καποδίστρια, συνεπής προς τις αρχές του χωρίς ούτε στιγμή να παρεκκλίνει από αυτές. Ο Καποδίστριας που έζησε τα περισσότερα χρόνια του έξω από την Ελλάδα υπήρξε κατ’ εξοχήν Έλληνας, φορέας εκείνων των αρετών που κάνουν την ελληνική ιστορία, την ελληνική τέχνη και την ελληνική σκέψη βάθρο του πολιτισμού όλων των λαών της Ευρώπης. Υπήρξε σε κάθε του ενέργεια πιστός χριστιανός, επικαλούμενος τη βοήθεια του Θεού, πιστεύοντας ότι η σωτηρία της πατρίδας είναι θέλημά Του. Οι προτροπές του θυμίζουν αποστολικά κείμενα και φανερώνουν την αγωνία του για την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα «το ζώσιμον ή το θανάσιμον ζήτημα της Ελλάδας» όπως συνήθιζε να λέγει.
Ο Καποδίστριας ριζοσπαστικός και φιλελεύθερος οραματίζεται ένα άλλο όραμα για όλο τον κόσμο. Ο αγαπημένος του φίλος Δημήτριος Αρλιώτης. μας παρουσιάζει την εθνική και πνευματική μεγαλογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια.
Γράφει γι’ αυτόν χαρακτηριστικά. «Κάποτε η φύση, με εξαιρετική μαεστρία δημιουργεί ανθρώπους, που η κυριότερη σκέψη τους και οι αγώνες τους είναι η ευτυχία των συνανθρώπων τους, που προσπαθούν να στηρίξουν σε γερά θεμέλια. Οι σπάνιοι αυτοί και ανώτεροι άνθρωποι έχουν ως σκοπό της ζωής τους να ανορθώσουν, να εκπολιτίσουν και να εξυψώσουν την κοινωνία των ανθρώπων. Είναι αυτοί που μάχονται, αντιμετωπίζοντας αντιξοότητες και εχθρότητες. Είναι αυτοί που αδιαφορούν για την προσωπική τους ευτυχία και τα προσωπικά τους συμφέροντα…»
«Άνθρωπος του ηθικού αυτού μεγαλείου, τραγικό θύμα των θυσιών και της προσφοράς του, υπήρξε ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, που μονάχα με την παρουσία του κατακτούσε όλων τις καρδιές».
Φέτος που συμπληρώνονται 190 χρόνια από την εκλογή του από την 3η Εθνική Συνέλευση της Τροιζίνας η σταχυολόγηση έστω ολίγων στοιχείων από τη ζωή και το έργο του θα μας βοηθήσουν να ανασυνθέσουμε την ηθική του μεγαλογραφία.
Από τις 19 Μαρτίου έως τις 5 Μαΐου συνεδρίασαν 173 πληρεξούσιοι στην Τροιζήνα της Αργολίδας και στις 14 Απριλίου 1827 εξέλεξαν Κυβερνήτη της Ελλάδος τον Ιωάννη Καποδίστρια. Ψήφισαν συγχρόνως το σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδας. Κι αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ ήταν ελεύθερο τότε μόνο ένα μικρό μέρος της Πελοποννήσου και λίγα νησιά, εκπροσωπήθηκε στην Εθνοσυνέλευση σχεδόν το σύνολο του ελληνισμού. Φέτος εορτάζεται επίσης η 190η επέτειος από την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου από τις Μεγάλες Δυνάμεις (Ρωσία, Γαλλία, Αγγλία) στις 6 Ιουλίου 1827. Με αυτήν εζητείτο από τον Σουλτάνο να δεχθεί την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Επίσης άλλη σημαντική επέτειος είναι η συμπλήρωση190 χρόνων από τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, στις 8 Οκτωβρίου 1827. Τότε ο ενωμένος στόλος των τριών Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης κατανίκησε τον αιγυπτιακό στόλο του Ιμπραήμ, ο οποίος νικημένος αποχώρησε από την Πελοπόννησο το 1828.
Δυόμισι χρόνια μετά, στις 3 Φεβρουαρίου του 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το οποίο υπέγραψαν οι ίδιες τρεις Μεγάλες Δυνάμεις, δέχθηκαν να παραμείνει Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλάδος ο Ιωάννης Καποδίστριας που ήδη κυβερνούσε τη χώρα μας από τις 18 Ιανουαρίου του 1828, αλλά επέβαλαν ως πολίτευμα αυτό της βασιλείας, σκορπίζοντας έτσι τη διχόνοια των Ελλήνων και στη συνέχεια με τη δολοφονία του Κυβερνήτη διευκόλυναν τα σχέδιά τους.
Στο πρώτο επίσημο γράμμα του, ο Καποδίστριας, προς τον Πρόεδρο της Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων, που αποφάσισε την εκλογή του ως Κυβερνήτη, μεταξύ των άλλων γράφει: «Αι μεν από χρόνου ροπαί, πάντως εν χερσί Θεού κείνται, αλλ’ όμως και υμείς δύνασθε, κύριοι, να τας παρασκευάσετε δεξιάς. Έσται δε τούτο, βεβαιωθείτε, αν πιστοί εις τας αναλλοιώτους αρχάς, της αγίας ημών πίστεως, ομοψύχως και αδόλως συνεργάζεσθε εις τα της κοινής σωτηρίας. Οι μεν τα όπλα φέροντες ου μόνο ευάνδρως και αφοσιωμένως, αλλά και μετά πάσης πειθαρχίας προς κοσμήτορας…».
Την ίδια ημέρα, 14 Αυγούστου 1827, έγραψε και στον Πρόεδρο της Προσωρινής Κυβερνήσεως της Ελλάδος, για να τονίσει ανάμεσα σε άλλα ότι η πατρίδα θα σωθεί με τη βοήθεια του Θεού: «Ας καταγιγνώμεθα λοιπόν εις δεικπεραίωσιν της ενδόξου ταύτης υποθέσεως εν πίστει, εν αφιλοκερδεία, εν ομονοία, εν συνέσει, καθότι πρώτιστον πάντων των λοιπών, έχομεν το κοινόν τούτο αγώνισμα και ούτω του Θεού συναιρουμένου σωθήσεται η Πατρίς…». Και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος παρατηρεί: «Αν κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας μερικά χρόνια ακόμα,όταν πέθανε δεν ήταν ούτε 56 ετών, θα ήταν άλλη η μοίρα αυτού του τόπου και πολλά δεινά που ακολούθησαν θα είχαν αποτραπεί, Ίσως λίγοι τότε να ήταν σε θέση να αναμετρήσουν το μέγεθος της εθνικής συμφοράς που προκάλεσε ο θάνατός του. Μόνον η απόσταση μας επιτρέπει να τη δούμε σήμερα ολόκληρη σε όλες τις συνέπειες».
Εξάλλου στις 14 Σεπτεμβρίου 1831, λίγες μέρες πριν το αίμα του βάψει τα σκαλοπάτια του ναού του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, ο Ιωάννης Καποδίστριας έγγραφε στον επιστήθιο φίλο του και μεγάλο ευεργέτη της Ελλάδος, τον Ελβετό Τραπεζίτη, Ιωάννη – Γαβριήλ Eynard, τα ακόλουθα για τον εαυτό του: «Ας λέγουν και ας γράφουν ό,τι θέλουν. Θα έλθει όμως κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών τους, αλλά κατ’ αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών τους. Υπ’ αυτής της πίστεως ως αξιώματοςδυναμούμενος, έζησα μέσα εις τον κόσμον μέχρι τώρα, οπότε ευρίσκομαι εις την δύσην της ζωής μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος δια τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, και ας γίνη ό,τι γίνη».
Η ιστορία κρίνει και θα κρίνει τον Καποδίστρια από τη μαρτυρία των πράξεών του, από το τεράστιο έργο του και την ανυπολόγιστη προσφορά του προς την Ελλάδα και τους Έλληνες. Ένα έργο που δεν γνωρίζουμε σε βάθος, ούτε την προσφορά του σε όλες της τις εκδηλώσεις. Δικαίως γράφτηκε από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο ότι ο Καποδίστριας «είναι συγχρόνως ο μεγάλος γνωστός και ο μεγάλος άγνωστος και ότι εξακολουθεί ακόμα να αναδύεται από το σκοτάδι μέσα από τααδημοσίευτα αρχεία».
Κι ο Παν. Ζέπος σημειώνει «Ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας του Αντωνομαρία έζησε μιά ζωή μεγάλων διαστάσεων την οποίαν εσφράγισε με την υπερτάτην θυσίαν, ακριβώς την εποχήν που η παρουσία του αποτελούσε εγγύησιν και ελπίδα δια το ταλαιπωρημένον και αναγεννώμενον έθνος». Και συνεχίζει «Ο εκλεπτυσμένος άρχοντας, ο δεξιοτέχνης διπλωμάτης και πολιτικός, ο απαράμιλλος διοργανωτής, ο μεγάλος ονειροπόλος, ο ασκητικός, ο έντιμος, ο αδιάφθορος, υπήρξεν ο αγωνιστής, που με τον αγώνα του τον καλόν εθεμελίωσε το νεώτερον ελληνικόν κράτος, του έδωσε τα πρώτα του οριστικά σύνορα και του εμφύσησε ψυχή και δύναμη για να ορθοποδήσει και να ακολουθήσει το δρόμο των μεγάλων του πεπρωμένων. Ο άνθρωπος με τη βαθύχρωμη ρεδιγκόταν έδωσε σχήμα και μορφήν εις το τότε ασχημάτιστον και άμορφον ελληνικόν κράτος. Και την ανεκτίμητον αυτήν προσφοράν του επλήρωσε με την ζωήν του. Η θυσία του υπήρξε θυσία ήρωος και ο θάνατός του τραγωδία».
Ο Καποδίστριας διεύρυνε τα σύνορα της Ελλάδος, έθεσε τα πρώτα μέτρα στο στρατό, στην εκπαίδευση, στην υγεία, σε όλους του τομείς του δημόσιου βίου. Από την πρώτη στιγμή που αποβιβάσθηκε στην Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπος με τα εκρηκτικά και ακανθώδη προβλήματα της ελληνικής πραγματικότητας. Έτσι άρχισε η πορεία προς το Γολγοθά του, όπως εξάλλου ο ίδιος προφητικά είχε προβλέψει.
Συνομιλώντας με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, ένα από τους κατοπινούς δολοφόνους του, που τον επισκέφτηκε το 1828 στην Αίγινα, ανάμεσα σε πολλά άλλα είπε τα εξής: «… Αν δεν μας αποστραφεί ο Μεγαλοδύναμος και αξιωθούμε την ευλογία Του, τα ακροθαλάσσια μας θα στολισθούν από εύμορφες πολιτείες, η σημαία η ελληνική θα δοξάζεται εις τα πελάγη, ήμερα δένδρα θα ανθίζουν εις τα άγρια βουνά και οι ερημιές θα πληθύνουν από κατοίκους… ένα μόνο φοβάμαι και με δέρνει υποψία, τρέμω την απειρία σας, αν η νέα Κυβέρνησις τύχει να συγκρουσθεί με συμφέροντα ξένων δυνάμεων… η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύει στην καρδιά μας Θεός ζηλότυπος, μόνο το αίσθημα το ελληνικό˙ ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης. Είθε οι νέοι της Ελλάδος να είναι βοηθοί μου και πρώτος εσύ…».
Μνημείο συγκλονιστικό η συνομιλία αυτή του Κυβερνήτη με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη: Μαρτυρεί την απελπιστική εικόνα ερήμωσης και καταστροφής που βρήκε ο Καποδίστριας κατά την άφιξή του αλλά μαρτυρεί και τους ελπιδοφόρους οραματισμούς του για την σύνταξη του μαχόμενου και τεμαχισμένου κράτους, το οποίο κλήθηκε να κυβερνήσει. Πιστός χριστιανός, αποθέτει τις ελπίδες του στον Θεό αλλά και βεβαιώνει ότι θα αφιερώσει όλες τις δυνάμεις του για την επιτυχία του έργου του, ενός έργου που το οραματίστηκε καθαρά ελληνικό, απαλλαγμένο από κάθε ξενολατρεία. Η συνομιλία του με τον Μαυρομιχάλη είναι έκφραση συμβολαίου του με την πατρίδα, την οποία υπηρέτησεολόψυχα επί τρία χρόνια, οκτώ μήνες και λίγες ημέρες μέχρι την ημέρα της θυσίας του.
Ο Καθηγητής Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος στις 25 Σεπτεμβρίου 1984 σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είπε «Η μορφή, η ζωή, η λαμπρή σταδιοδρομία και το άδοξο τέλος του Ιωάννη Καποδίστρια, προσφέρουν ένα παραδειγματικό πεδίο στοχασμού για την τύχη και το μέλλον του Ελληνισμού». Το κύρος του Ιωάννη Καποδίστρια παραμένει ακέραιο και αναλλοίωτο από τη φθορά του χρόνου.
Μερικές ριζοσπαστικές θεσμικές προτάσεις του Καποδίστρια για την Ευρώπη, στη συγκυρία 1818-1820 είναι: 1) η ύφεση και ο σταδιακός αφοπλισμός, 2) η συρρίκνωση του δουλεμπορίου, 3) η κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων και του ρατσισμού, 4) η υιοθέτηση πολιτειακού μοντέλου ουδέτερων συνομοσπονδιών, 5) η αναθεώρηση των «κλειστών» στρατιωτικών συνασπισμών, 6) η αμφισβήτηση της αρχής των επεμβάσεων, 7) η καθιέρωση υπερεθνικών οργανισμών, 8)η υιοθέτηση του θεσμού της διεθνούς διαιτησίας, 9) η βαθμιαία ανεξαρτητοποίηση των αποικιών. Όταν το 1825 η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος εστράφη στον Ιωάννη Καποδίστρια που βρισκόταν στην Γενεύη και του ζητούσε να αναλάβει τη διοίκηση της Ελλάδος, ο Καποδίστριας απάντησε με μια συγκλονιστική επιστολή κάνοντας απεγνωσμένη έκκληση προς τους αρχηγούς της Επαναστάσεως να ενωθούν και να ομονοήσουν, να σταματήσουν τις έριδες και τα μίση χάρη της ελευθερίας της πατρίδος.
Εκτός των άλλων γράφει: « Οι Τούρκοι υποδούλωσαν και διέφθειραν το θνητό μέρος της Ελλάδος… αλλά, η ψυχή της και δι’ εκείνης το πνεύμα του Έθνους έμεινε πάντα ελεύθερο και ανεξάρτητο… Οι Τούρκοι προσπάθησαν να διαιρέσουν, να διχάσουν και να οπλίσουν τους Έλληνες τον έναν εναντίον του άλλου. Αλλά εκείνοι συσπειρωμένοι γύρω από την εκκλησίαενωμένοι με τη σταθερή πίστη τους αντιτάχθηκαν σθεναρά…».«Ενωμένοι με όλες σας τις δυνάμεις μπορείτε να πολεμήσετε και να νικήσετε τους Τούρκους και την τρομερή δύναμη της διαφωνίας και της διχόνοιας. Και τότε θα νικήσετε και όλους εκείνους (τους Ευρωπαίους) που βοηθούν και τους Ευρωπαίουςκαι τη διχόνοια για να σας καταστρέψουν».
Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε σφόδρα από την Αντιπολίτευση για την αναστολή του Συντάγματος που υπέβαλε, όταν ήλθε στην Ελλάδα. Σε επιστολή του προς τον Bory de Saint Vincent στις 8/9/1830 αναφέρει μεταξύ των άλλων τα εξής: «…οι δημοκρατικά φρονούντες φίλοι σας στη Γαλλία δεν καταλαβαίνουν ότι πολιτικά και ηθικά αυτός ο τόπος έχει καταπέσει ύστερα από τέσσερις αιώνες δουλεία και οκτώ έτη αναρχίας… Κατά τη γνώμη μου, πριν δοθεί Σύνταγμα, πρέπει για μερικά χρόνια ακόμη να προετοιμαστούν οι άνθρωποι για να γίνουν καλά κοινωνικά και πολιτικά όντα με τη μάθηση και την εργασία. Δίνω τεράστια σημασία σ’ αυτά τα στοιχεία, δηλαδή να συστήσω σε κάθε κοινότητα ένα ή περισσότερα αλληλοδιδακτικά σχολεία, να βάλω τα θεμέλια για σχολεία που θα προετοιμάζουν δασκάλους και μαθητές ανώτερων τάξεων καθώς και να ιδρύσω σχολεία τεχνών και εργόχειρων, να δώσω τέλος στην πλειοψηφία των συμπατριωτών μου, η οποία αποτελείται από φτωχούς και ακτήμονες, ιδιοκτησία γης με κλήρο που θα παραχωρηθούν στις οικογένειες των γεωργών με επιεικείς συνθήκες».
Με δικά του χρήματα σπούδαζε 300 ελληνόπουλα στην Ευρώπη. Ο ένας από τους δολοφόνους του είχε σπουδάσει με δικά του χρήματα. Η ελληνική Επανάσταση δεν θα επετύγχανε χωρίς τη συμβολή του. Έδωσε πολύτιμη μάχη με Ευρωπαίους φιλικά προσκείμενους. Ξεσήκωσε το φιλελληνικό κίνημα στην Ευρώπη. Έστειλε χρήματα, οπλισμό και τόνους παξιμάδια στην Ελλάδα. Οργάνωσε πολεμικό ναυτικό και γενικά τη ναυτιλία. Ήθελε να κάνει τους Έλληνες νοικοκυραίους. Να δώσει γη και δάνεια. Ακολούθησε το δρόμο της θυσίας για το Έθνος. Δεν δέχθηκε ποτέ αμοιβή ως Κυβερνήτης. «Όταν βεβαιωθώ», έλεγε, «ότι ουδέν ελληνόπουλο πεινάει, τότε ίσως θα δεχθώ έναν οβολό».
Έβαλε υποθήκη τα κτήματά του στην Κέρκυρα σε Έλληνα εφοπλιστή, προκειμένου να φέρει δύο καραβιές τρόφιμα για τον πεινασμένο λαό.
Μόνο ενδεικτικά αναφέρομε ελάχιστες από τις προσπάθειες του Καποδίστρια για την Ελλάδα. Θυσίασε την προσωπική του ζωή και ευτυχία για την πατρίδα. Θα μπορούσε να είχε νυμφευθεί την ευγενή και με τον ίδιο πατριωτικό παλμό Ρωξάνδρα Στούρτζα, κόρη του πρίγκιπα της Μολδαβίας Σκαρλάτου Στούρτζα και της Φαναριώτισσας Σουλτάνας Μουρούζη, αλλά έθεσε υπεράνω όλων, όπως και εκείνη, την πατρίδα.
Η Ρωξάνδρα Στούρτζα, υπήρξε άνθρωπος με υψηλή παιδεία και έντονους φιλοσοφικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς. Η Τσαρίνα της Ρωσίας την επέλεξε για «δεσποινίδα επί των τιμών». Στα 1809 σε ηλικία 23 ετών γνώρισε στην Αγία Πετρούπολη τον Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά έξι χρόνια βρέθηκαν και οι δύο τους στη συνοδεία του τσαρικού ζεύγους και εκεί γνώρισαν τον Έλληνα λόγιο Άνθιμο Γαζή και τον Ιεράρχη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας.
Αποτέλεσμα των επαφών τους αυτών ήταν η ίδρυση της «Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης», ενός εκπαιδευτικού προεπαναστατικού εγχειρήματος, του οποίου η Ρωξάνδρα υπήρξε συνιδρύτρια, που το διέλυσε αργότερα ο Μέτερνιχ. Η διπλωματική καριέρα του Καποδίστρια και η αφοσίωσή του στον Ελληνικό Αγώνα τον έπεισαν ότι δεν θα μπορούσε να έχει ομαλή οικογενειακή ζωή, ώστε να μπορέσουν να ενώσουν τις ζωές τους. Υπέρτερος σκοπός γι’ αυτόν η σωτηρία της πατρίδος. Οι δύο νέοι έζησαν μακριά, ενισχύοντας πάντα η Ρωξάνδραχρηματικά την ελληνική παιδεία των νέων ομογενών και περιθάλποντας μετά την έκρηξη της Επανάστασης, με δικά της έξοδα χιλιάδες Έλληνες, κυρίως γυναικόπαιδα και Έλληνες που κατέφθαναν στην Οδησσό από την Ελλάδα για να προστατευτούν. Εξαγόραζε επίσης γυναίκες αιχμαλώτους που πουλούσαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής οι Οθωμανοί. Με επιστολές της στην αριστοκρατία της Ευρώπης προσπαθεί να κινητοποιήσει τους ανθρώπους της τάξης της υπέρ της ελληνικής υπόθεσης.
Είναι χαρακτηριστική η αγνή ιδεολογία του Καποδίστρια από επιστολή απαντητική προς την Ρωξάνδρα Στούρτζα: «χιλίας επί χιλίων ευχαριστίας δεσποσύνη δια την ευγένειαν μεθ’ ης με ενθυμείσθε. Αι δύο επιστολαί σας η μία εκ Βάδης και η άλλη εκ Μπρούσελ, μοι παρέσχον μεγάλην ευχαρίστησιν. Η πρώτη εν τη οποία ομιλείτε περί των ονείρων υμών επί της τύχης της πατρίδος ημών επιβεβαιοί και τα ιδικά μου ονειροπολήματα».
Όπως έλεγε ο ίδιος ο Καποδίστριας στα σκόρπια φύλλα της αλληλογραφίας τους με μεγάλο πόνο «… γνωριστήκαμε Ρωξάνδρα σε θυελλώδεις καιρούς… προέχει η αποκατάσταση της Πατρίδος…».
Υπηρέτησαν και οι δύο πιστά μέχρι τέλους της ζωής τους την «ελληνική υπόθεση», θυσιάζοντας την προσωπική τους ευτυχία.
Το τελευταίο γράμμα της Ρωξάνδρας προς τον Καποδίστρια δεν τον βρήκε ζωντανό. Στο τελευταίο του γράμμα ο Καποδίστριας της ζητά να τον θυμάται στις προσευχές της και αναρωτιέται αν θα ξανασυναντηθούν. Η Ρωξάνδρα στα Απομνημονεύματά της αναφερόμενη στο Συνέδριο της Βιέννης, γράφει: «Το πιο σπουδαίο αποτέλεσμα ήταν ότι υπενθυμίσαμε στη συγκεντρωμένη στη Βιέννη επίσημη Ευρώπη την ύπαρξη έθνους, που στενάζει κάτω από τον βάρβαρο ζυγό, που τοευγενές του όνομα είχε χαραχθεί βαθιά στο πέρασμα των αιώνων και που ζητούσε εναγωνίως να λάβει πάλι τη θέση που δικαιωματικά του ανήκε, μέσα στις τάξεις του ΕυρωπαϊκούΠολιτισμού…».
Ο Ιωάννης Καποδίστριας υπήρξε ευεργέτης πολλών χωρών, γεγονός που αναγνωρίζουν οι χώρες αυτές και τον τιμούν δεόντως με όλα τα μέσα και τις εκδηλώσεις. Στη Λωζάννηέγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του από τον Ρώσο Υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρώφ και συμμετείχε η Ελβετίδα ομόλογός του Μισελίν Κάλμυ Ρέι. Ο Καποδίστριας έφτιαξε το Σύνταγμα της τότε Επτανησιακής Πολιτείας. Ο ίδιος είναι ο δημιουργός του Ελβετικού Συντάγματος. Έσωσε από διαμελισμό και πτώχευση την ηττημένη το 1821 Γαλλία. ΈγινεΥπουργός το 1816 της μεγαλύτερης τότε Ευρωπαικής δυνάμεως, της Ρωσίας. Έσωσε την ελληνική Επανάσταση. Οι πολιτικοί του άθλοι είναι μοναδικοί κατά τον 19ο αιώνα. Άγαλμα του Καποδίστρια δεσπόζει και στη Σλοβενία. Σε ομιλία του ο Κορνιλάκης παρουσίασε τον «Άγιο της Πολιτικής», τη σπουδαία βιογραφία του, τα επιτεύγματά του, τις θυσίες του για την Ελλάδα μέχρι και την ύστατη θυσία του, προσφέροντας την ίδια του τη ζωή για την ενότητα της πατρίδος μας. Άγαλμα του Καποδίστρια δεσπόζει και στη Βενετία. Έσωσε τη Γαλλία το 1815. Μετά το Βατερλό επηρέασε τον Τσάρο να μην διαμελίσθει η Γαλλία σαν ηττημένη χώρα και να μειωθούν οι πολεμικές αποζημιώσεις κατά 99%, διότι ο λαός της δεν ευθυνόταν. Αναγορεύθηκε επίτιμος δημότης διαφόρων ευρωπαϊκών πόλεων. Δεν θέλησε ποτέ να γίνει Ρώσος υπήκοος αλλά να μείνει πιστός Έλληνας. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια που είπε στον Τσάρο: «Μεγαλειότατε δέχομαι (εννοείται να αναλάβω Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας), με τον όρο να μην γίνω υπήκοος αλλά να είμαι υπάλληλός σας».
Ευλαβέστατος Χριστιανός ο Ιωάννης Καποδίστριας και ενώ πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος να εκκλησιαστεί στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 δολοφονήθηκε δεχόμενος τα πυρά από τα φονικά όπλα των Μαυρομιχαλαίων, Κωνσταντίνου και Γεωργίου, ο ένας εκ των οποίων είχε σπουδάσει με δικά του χρήματα στην Ευρώπη. Η δολοφονία του υπήρξε τραγική για το νεοσύστατο κράτος και ήταν αποτέλεσμα μεμονωμένωνσυμφερόντων και προσωπικών φιλοδοξιών.
Ο Καποδίστριας μιλεί με το παράδειγμά του, με τις υπέροχες αρετές του με την εθνική και πολιτική του πορεία, με τη συνέπειά του.
Στον τάφο του στην Κέρκυρα διαβάζουμε, Ιωάννης Καποδίστριας, «Δεν ζει ο άνθρωπος, ζει το έργο του».
Η λαμπρή βιοτροχιά του κατακλύζει τις σελίδες της Ιστορίας. Το έργο του διαχρονικό και παράδειγμα προς μίμηση όχι μόνον από τους Έλληνες ηγέτες αλλά και από τους ηγέτες όλου του κόσμου.
Ο Καποδίστριας μπορεί να γίνει το υπόδειγμα η παρουσία του ελληνικού μέτρου.
Το έργο του, τα λόγια του, μοναδικό πνευματικό καταπίστευμα. Ας τα αφουγκραστούμε. Μας χρειάζονται όσο ποτέ άλλοτε και σήμερα.
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ
«…. Ούτε ο φόβος των μηχανορραφιών και των ραδιούργων, ούτε οι μεγάλες συκοφαντικές στήλες μερικών εφημερίδων δεν θα με αφήσουν να παρεκκλίνω ποτέ από την πορεία που χάραξα στη ζωή μου. Ας λέγουν κι ας γράφουν ό,τι θέλουν. Θα έλθει κάποτε ο καιρός, όταν οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπαν ή έγραψαν για τις πράξεις τους, αλλά με αυτή τη μαρτυρία των πράξεών τους. Με αυτήν την πίστη ως αξίωμα έζησα μέσα στον κόσμο με θεμέλιο αυτές τις πνευματικές αρχές μέχρι τώρα, οπότε βρίσκομαι στη δύση της ζωής μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος γι’ αυτό. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρώνοντας πάντοτε το χρέος μου, χωρίς να φροντίζω για τον εαυτό μου και ας γίνει ό,τι γίνει… (επιστολή Ιωάννη Καποδίστρια προς το φίλο του Ιωάννη Γαβριήλ Ευνάρδο, 14 Σεπτεμβρίου 1831, 13 ημέρες πριν τη δολοφονία του, Είναι η πολιτική διαθήκη που αφήνει στις επόμενες γενεές Ελλήνων).